Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιφρόνησις
περιφροσύνη
περιφρουρέομαι
περίφρων
περιφυγή
περιφῡσητός
περιφυτεύω
περιφύω
περιφωνέω
περιχαρακόω
περιχάρεια
περιχαρής
περιχειλόω
περίχειρον
περιχέω
περιχορεύω
περιχώομαι
περιχωρέω
περίχωρος
περιψᾱ́ω
περιψῑλόομαι
View word page
περι-χάρεια
περι-χάρειαᾱςfπεριχαρής extreme joy, rapturePl.

ShortDef

excessive joy

Debugging

Headword:
περιχάρεια
Headword (normalized):
περιχάρεια
Headword (normalized/stripped):
περιχαρεια
IDX:
32483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32484
Key:
περιχάρεια

Data

{'headword_display': '<b>περι-χάρεια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>περι-χάρεια</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>περιχαρής</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>extreme joy, rapture</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'περιχάρεια'}