Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περίφασις
περιφείδομαι
περιφέρεια
περιφερής
περιφέρω
περιφεύγω
περίφημος
περιφθείρομαι
περιφλεγής
περιφλέγομαι
περιφλεύω
περίφλοιος
περίφοβος
περιφοίτησις
περίφοιτος
περιφορᾱ́
περιφορέω
περιφόρητος
περίφραγμα
περιφραδής
περιφράζομαι
View word page
περι-φλεύω
περι-φλεύωvbreltd.φλέωφλῡ́ω of lightningsingesomeoneAr.pass.of wallsbe scorchedw.dat.by fireHdt.

ShortDef

to scorch

Debugging

Headword:
περιφλεύω
Headword (normalized):
περιφλεύω
Headword (normalized/stripped):
περιφλευω
IDX:
32459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32460
Key:
περιφλεύω

Data

{'headword_display': '<b>περι-φλεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-φλεύω</HL><PS>vb</PS><Ety>reltd.<Ref>φλέω</Ref><Ref>φλῡ́ω</Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of lightning</Indic><Tr>singe</Tr><Obj>someone<Au>Ar.</Au></Obj><vSGrm><GLbl>pass.</GLbl><Indic>of walls</Indic><Def>be scorched</Def><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>by fire<Au>Hdt.</Au></Cmpl></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'περιφλεύω'}