Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
περιτριβής
περίτρῑμμα
περιτρομέομαι
περιτροπάδην
περιτροπέω
περιτροπή
περίτροπος
περιτρόχαλα
περιτροχάω
περίτροχος
περιτρώγω
περιττάκις
περιττεύω
περιττολογίᾱ
περιττός
περιττότης
περίττωμα
View word page
περίτροπος
περίτροποςονadjof motionrotatory, circularPlu.cj.

ShortDef

turned round, whirled round

Debugging

Headword:
περίτροπος
Headword (normalized):
περίτροπος
Headword (normalized/stripped):
περιτροπος
IDX:
32431
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32432
Key:
περίτροπος

Data

{'headword_display': '<b>περίτροπος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>περίτροπος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of motion</Indic><Tr>rotatory, circular</Tr><Au>Plu.<LblR>cj.</LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'περίτροπος'}