Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιτίω
περιτμήματα
περιτομή
περίτομος
περιτοξεύω
περιτορνεύω
περιτραχήλιον
περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
περιτριβής
περίτρῑμμα
περιτρομέομαι
περιτροπάδην
περιτροπέω
περιτροπή
περίτροπος
περιτρόχαλα
περιτροχάω
περίτροχος
View word page
περι-τρέω
περι-τρέωcontr.vb of peopleflee in every directionIl.

ShortDef

to tremble round about

Debugging

Headword:
περιτρέω
Headword (normalized):
περιτρέω
Headword (normalized/stripped):
περιτρεω
IDX:
32424
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32425
Key:
περιτρέω

Data

{'headword_display': '<b>περι-τρέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-τρέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of people</Indic><Tr>flee in every direction</Tr><Au>Il.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'περιτρέω'}