Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περισῡλάομαι
περισῡ́ρω
περισφαλής
περισφύριον
περισχεῖν
περισχίζω
περισχοινίζομαι
περισχόμην
περισῴζω
περισωρεύω
περιτάμνω
περιταφρεύω
περιτείνω
περιτειχίζω
περιτείχισις
περιτείχισμα
περιτειχισμός
περιτελέομαι
περιτέλλομαι
περιτέμνω
περιτέχνησις
View word page
περιτάμνω
περιτάμνωdial.vbseeπεριτέμνω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιτάμνω
Headword (normalized):
περιτάμνω
Headword (normalized/stripped):
περιταμνω
IDX:
32398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32399
Key:
περιτάμνω

Data

{'headword_display': '<b>περιτάμνω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>περιτάμνω</HL><PS>dial.vb</PS></HG><XR>see<Ref>περιτέμνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'περιτάμνω'}