Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
περιστροφή
περιστρωφάομαι
περίστῡλος
περισῡλάομαι
περισῡ́ρω
περισφαλής
περισφύριον
περισχεῖν
περισχίζω
περισχοινίζομαι
περισχόμην
περισῴζω
περισωρεύω
περιτάμνω
περιταφρεύω
περιτείνω
περιτειχίζω
περιτείχισις
περιτείχισμα
περιτειχισμός
περιτελέομαι
View word page
περισχόμην
περισχόμην
ep.aor.2 mid.
see
περιέχω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
περισχόμην
Headword (normalized):
περισχόμην
Headword (normalized/stripped):
περισχομην
IDX:
32395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32396
Key:
περισχόμην
Data
{'headword_display': '<b>περισχόμην</b>', 'content': '<XE><RefFm>περισχόμην<LblR>ep.aor.2 mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>περιέχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'περισχόμην'}