Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περισκηνόω
περισκιάζομαι
περισκοπέω
περισκυλακισμός
περισοβέω
περισοφίζομαι
περισπασμός
περισπάω
περισπεῖν
περισπειράω
περισπερχής
περισπέρχομαι
περίσπλαγχνος
περισπογγίζω
περισπούδαστος
περισσαίνω
περισσείομαι
περίσσευμα
περισσεύω
περισσός
περισσόφρων
View word page
περι-σπερχής
περι-σπερχήςέςadjσπέρχω of sufferingsbrought on by a reckless acti.e. by someone's suicideS.

ShortDef

very hasty

Debugging

Headword:
περισπερχής
Headword (normalized):
περισπερχής
Headword (normalized/stripped):
περισπερχης
IDX:
32349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32350
Key:
περισπερχής

Data

{'headword_display': '<b>περι-σπερχής</b>', 'content': "<AE><HG><HL>περι-σπερχής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σπέρχω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of sufferings</Indic><Tr>brought on by a reckless act<Expl>i.e. by someone's suicide</Expl></Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>", 'key': 'περισπερχής'}