Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περισκεπής
περισκέπτομαι
περίσκεπτος
περισκέπω
περισκηνόω
περισκιάζομαι
περισκοπέω
περισκυλακισμός
περισοβέω
περισοφίζομαι
περισπασμός
περισπάω
περισπεῖν
περισπειράω
περισπερχής
περισπέρχομαι
περίσπλαγχνος
περισπογγίζω
περισπούδαστος
περισσαίνω
περισσείομαι
View word page
περισπασμός
περισπασμόςοῦmπερισπάω wheeling roundby a body of troopsPlb. Plu. pl.distractions, preoccupations, other calls on one's timePlb.

ShortDef

distraction

Debugging

Headword:
περισπασμός
Headword (normalized):
περισπασμός
Headword (normalized/stripped):
περισπασμος
IDX:
32345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32346
Key:
περισπασμός

Data

{'headword_display': '<b>περισπασμός</b>', 'content': "<NE><HG><HL>περισπασμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>περισπάω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>wheeling round<Expl>by a body of troops</Expl></Tr><Au>Plb. Plu.</Au></nS1> <nS1><SGrm><GLbl>pl.</GLbl><Def>distractions, preoccupations, other calls on one's time</Def><Au>Plb.</Au></SGrm></nS1></NE>", 'key': 'περισπασμός'}