Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περίσεμνος
περίσεπτος
περισθενέω
περισθενής
περισκελής
περισκεπής
περισκέπτομαι
περίσκεπτος
περισκέπω
περισκηνόω
περισκιάζομαι
περισκοπέω
περισκυλακισμός
περισοβέω
περισοφίζομαι
περισπασμός
περισπάω
περισπεῖν
περισπειράω
περισπερχής
περισπέρχομαι
View word page
περι-σκιάζομαι
περι-σκιάζομαιpass.vb of the moon, a pathbe obscuredPlu.

ShortDef

to be overshadowed

Debugging

Headword:
περισκιάζομαι
Headword (normalized):
περισκιάζομαι
Headword (normalized/stripped):
περισκιαζομαι
IDX:
32340
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32341
Key:
περισκιάζομαι

Data

{'headword_display': '<b>περι-σκιάζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-σκιάζομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of the moon, a path</Indic><Tr>be obscured</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'περισκιάζομαι'}