Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περισάττω
περίσεμνος
περίσεπτος
περισθενέω
περισθενής
περισκελής
περισκεπής
περισκέπτομαι
περίσκεπτος
περισκέπω
περισκηνόω
περισκιάζομαι
περισκοπέω
περισκυλακισμός
περισοβέω
περισοφίζομαι
περισπασμός
περισπάω
περισπεῖν
περισπειράω
περισπερχής
View word page
περι-σκηνόω
περι-σκηνόωcontr.vb3sg.aor.
περεσκήνωσε
throww.acc.a garmentlike a tent aroundsomeoneA.

ShortDef

to throw over, like a tent

Debugging

Headword:
περισκηνόω
Headword (normalized):
περισκηνόω
Headword (normalized/stripped):
περισκηνοω
IDX:
32339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32340
Key:
περισκηνόω

Data

{'headword_display': '<b>περι-σκηνόω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-σκηνόω</HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>3sg.aor.</Lbl><Form>περεσκήνωσε</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>throw<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>a garment</Prnth>like a tent around<Expl>someone</Expl></Tr><Au>A.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'περισκηνόω'}