Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιοιστέος
περιολισθάνω
περιολίσθησις
περιοπτέος
περίοπτος
περιοράω
περιοργής
περιοργίζομαι
περίοργος
περίορθρον
περιορίζομαι
περιορισμός
περιορμέω
περιορμίζω
περιορύσσω
περιορχέομαι
περιουσίᾱ
περιοχή
περιόψομαι
περιπαθέω
περιπαθής
View word page
περι-ορίζομαι
περι-ορίζομαιpass.vb of an empirebe bounded all aroundw.dat.by the oceanPlu.have boundaries determinedw.prep.phr.by naturePlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιορίζομαι
Headword (normalized):
περιορίζομαι
Headword (normalized/stripped):
περιοριζομαι
IDX:
32247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32248
Key:
περιορίζομαι

Data

{'headword_display': '<b>περι-ορίζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-ορίζομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of an empire</Indic><Tr>be bounded all around</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>by the ocean<Au>Plu.</Au></Cmpl><vS2><Tr>have boundaries determined</Tr><PrPhr><GLbl>w.prep.phr.</GLbl>by nature<Au>Plb.</Au></PrPhr></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'περιορίζομαι'}