Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περίμετρος
περιμήκετος
περιμήκης
περιμηχανάομαι
περιμινύθω
περιμῡκάομαι
περιμῡ́ρομαι
περιναιέται
περιναιετάω
περιναίω
περινέμομαι
περινέφελος
περινέω
περίνεως
περινίζομαι
περινῑ́σομαι
περινοέω
περίνοια
περινοστέω
πέριξ
περιξεστός
View word page
περι-νέμομαι
περι-νέμομαιmid.vb of fire spread aroundPlu.housesPlu.

ShortDef

spread round

Debugging

Headword:
περινέμομαι
Headword (normalized):
περινέμομαι
Headword (normalized/stripped):
περινεμομαι
IDX:
32218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32219
Key:
περινέμομαι

Data

{'headword_display': '<b>περι-νέμομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-νέμομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of fire</Indic> <Tr>spread around</Tr><Au>Plu.</Au><Obj>houses<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'περινέμομαι'}