Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περίλεξις
περιλέπω
περιλεσχήνευτος
περιληπτός
περιλιμνάζω
περιλιπής
περιλιχμάομαι
περίλοιπος
περιλούω
περίλῡπος
περιμαιμάω
περιμαίνομαι
περιμανής
περιμάσσω
περιμάχητος
περιμάχομαι
περιμενεαίνω
περιμένω
περίμεστος
περίμετρον
περίμετρος
View word page
περι-μαιμάω
περι-μαιμάωcontr.vbfem.pres.ptcpl.w.diect.
περιμαιμώωσα
of Scylla search eagerly arounda rockOd.

ShortDef

to gaze

Debugging

Headword:
περιμαιμάω
Headword (normalized):
περιμαιμάω
Headword (normalized/stripped):
περιμαιμαω
IDX:
32198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32199
Key:
περιμαιμάω

Data

{'headword_display': '<b>περι-μαιμάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-μαιμάω</HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>fem.pres.ptcpl.<Expl>w.diect.</Expl></Lbl><Form>περιμαιμώωσα</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Indic>of Scylla</Indic> <Tr>search eagerly around</Tr><Obj>a rock<Au>Od.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'περιμαιμάω'}