Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περικοπή
περικόπτω
περικρᾱ́νιος
περικρατής
περίκρημνος
περικρούω
περικρύβω
περικτίονες
περικτίται
περικυκλόω
περικύκλωσις
περικυλινδέομαι
περικυλῑ́ω
περικῡ́μων
περικωμάζω
περικωνέω
περιλαλέω
περιλαμβάνω
περιλαμπής
περιλάμπω
περιλείμματα
View word page
περι-κύκλωσις
περι-κύκλωσιςεωςf encirclementby enemy soldiersTh.

ShortDef

an encircling, encompassing

Debugging

Headword:
περικύκλωσις
Headword (normalized):
περικύκλωσις
Headword (normalized/stripped):
περικυκλωσις
IDX:
32175
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32176
Key:
περικύκλωσις

Data

{'headword_display': '<b>περι-κύκλωσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>περι-κύκλωσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>encirclement<Expl>by enemy soldiers</Expl></Tr><Au>Th.</Au></nS1></NE>', 'key': 'περικύκλωσις'}