Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περικατασφάζω
περικατατίθημι
περικάτημαι
περικᾱ́ω
περικαῶς
περίκειμαι
περικείρω
περικεράω
περικεφαλαίᾱ
περικήδομαι
περίκηλος
περικῑ́ων
περικλαδής
περικλαίω
περίκλασις
περικλάω
περικλεής
Περικλέης
περικλειτός
περικλείω
περικλινής
View word page
περί-κηλος
περί-κηλοςονadjreltd.κήλεος of timberwell driedOd.

ShortDef

exceeding dry

Debugging

Headword:
περίκηλος
Headword (normalized):
περίκηλος
Headword (normalized/stripped):
περικηλος
IDX:
32146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32147
Key:
περίκηλος

Data

{'headword_display': '<b>περί-κηλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>περί-κηλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>reltd.<Ref>κήλεος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of timber</Indic><Tr>well dried</Tr><Au>Od.</Au></aS1></AE>', 'key': 'περίκηλος'}