Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περικάππεσον
περικάρδιος
περικαταβάλλω
περικατάγνῡμι
περικαταλαμβάνομαι
περικαταπίπτω
περικαταρρέω
περικαταρρήγνῡμι
περικατασφάζω
περικατατίθημι
περικάτημαι
περικᾱ́ω
περικαῶς
περίκειμαι
περικείρω
περικεράω
περικεφαλαίᾱ
περικήδομαι
περίκηλος
περικῑ́ων
περικλαδής
View word page
περικάτημαι
περικάτημαιIon.mid.vbseeπερικάθημαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περικάτημαι
Headword (normalized):
περικάτημαι
Headword (normalized/stripped):
περικατημαι
IDX:
32138
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32139
Key:
περικάτημαι

Data

{'headword_display': '<b>περικάτημαι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>περικάτημαι</HL><PS>Ion.mid.vb</PS></HG><XR>see<Ref>περικάθημαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'περικάτημαι'}