Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περικαλύπτω
περικαλυφή
περικάμπτω
περικάππεσον
περικάρδιος
περικαταβάλλω
περικατάγνῡμι
περικαταλαμβάνομαι
περικαταπίπτω
περικαταρρέω
περικαταρρήγνῡμι
περικατασφάζω
περικατατίθημι
περικάτημαι
περικᾱ́ω
περικαῶς
περίκειμαι
περικείρω
περικεράω
περικεφαλαίᾱ
περικήδομαι
View word page
περι-καταρρήγνῡμι
περι-καταρρήγνῡμιvb mid.of a womantear from top to bottomher dressX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περικαταρρήγνῡμι
Headword (normalized):
περικαταρρήγνῡμι
Headword (normalized/stripped):
περικαταρρηγνυμι
IDX:
32135
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32136
Key:
περικαταρρήγνῡμι

Data

{'headword_display': '<b>περι-καταρρήγνῡμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-καταρρήγνῡμι</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><vSGrm><GLbl>mid.</GLbl><Indic>of a woman</Indic><Tr>tear from top to bottom</Tr><Obj>her dress<Au>X.</Au></Obj></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'περικαταρρήγνῡμι'}