Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περικαθαίρω
περικαθάπτω
περικαθέζομαι
περικάθημαι
περικαίω
περικακέω
περικάκησις
περικαλλής
περικάλυμμα
περικαλύπτω
περικαλυφή
περικάμπτω
περικάππεσον
περικάρδιος
περικαταβάλλω
περικατάγνῡμι
περικαταλαμβάνομαι
περικαταπίπτω
περικαταρρέω
περικαταρρήγνῡμι
περικατασφάζω
View word page
περικαλυφή
περικαλυφήῆςf wrapping, coveringas a processPl.

ShortDef

wrapping, covering

Debugging

Headword:
περικαλυφή
Headword (normalized):
περικαλυφή
Headword (normalized/stripped):
περικαλυφη
IDX:
32126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32127
Key:
περικαλυφή

Data

{'headword_display': '<b>περικαλυφή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>περικαλυφή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>wrapping, covering<Expl>as a process</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'περικαλυφή'}