Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιιάχω
περιίδμεναι
περιίζομαι
περιῑλάμενος
περιιππεύω
περιίστημι
περιίσχω
περιιτέον
περικάββαλον
περικᾱ́δομαι
περικαθαίρω
περικαθάπτω
περικαθέζομαι
περικάθημαι
περικαίω
περικακέω
περικάκησις
περικαλλής
περικάλυμμα
περικαλύπτω
περικαλυφή
View word page
περι-καθαίρω
περι-καθαίρωvb purify by ritual encirclementritually purifysomeone or sthg.Pl. Thphr.

ShortDef

cleanse on all sides

Debugging

Headword:
περικαθαίρω
Headword (normalized):
περικαθαίρω
Headword (normalized/stripped):
περικαθαιρω
IDX:
32116
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32117
Key:
περικαθαίρω

Data

{'headword_display': '<b>περι-καθαίρω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-καθαίρω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Def>purify by ritual encirclement</Def><Tr>ritually purify</Tr><Obj>someone or sthg.<Au>Pl. Thphr.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'περικαθαίρω'}