Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιηχέω
περιήχησις
περιθαμβής
περιθαρσής
περιθειόω
περιθείωσις
περίθετος
περιθέω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθῡμος
περιιάχω
περιίδμεναι
περιίζομαι
περιῑλάμενος
περιιππεύω
περιίστημι
περιίσχω
περιιτέον
περικάββαλον
View word page
περι-θριγκόω
περι-θριγκόωcontr.vb fence roundvineyardsw.dat.w. the bones of corpsesPlu.

ShortDef

to edge

Debugging

Headword:
περιθριγκόω
Headword (normalized):
περιθριγκόω
Headword (normalized/stripped):
περιθριγκοω
IDX:
32104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32105
Key:
περιθριγκόω

Data

{'headword_display': '<b>περι-θριγκόω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-θριγκόω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>fence round</Tr><Obj>vineyards<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. the bones of corpses</Expl><Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'περιθριγκόω'}