Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιημεκτέω
περιηχέω
περιήχησις
περιθαμβής
περιθαρσής
περιθειόω
περιθείωσις
περίθετος
περιθέω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθῡμος
περιιάχω
περιίδμεναι
περιίζομαι
περιῑλάμενος
περιιππεύω
περιίστημι
περιίσχω
περιιτέον
View word page
περι-θρηνέομαι
περι-θρηνέομαιmid.contr.vb of the world be completely filled with lamentationPlu.

ShortDef

to resound with wailing

Debugging

Headword:
περιθρηνέομαι
Headword (normalized):
περιθρηνέομαι
Headword (normalized/stripped):
περιθρηνεομαι
IDX:
32103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32104
Key:
περιθρηνέομαι

Data

{'headword_display': '<b>περι-θρηνέομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-θρηνέομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of the world</Indic><Tr> be completely filled with lamentation</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'περιθρηνέομαι'}