Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιηγής
περιήγησις
περιηγητής
περιῄδη
περιήκω
περιήλυσις
περιημεκτέω
περιηχέω
περιήχησις
περιθαμβής
περιθαρσής
περιθειόω
περιθείωσις
περίθετος
περιθέω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθῡμος
περιιάχω
περιίδμεναι
View word page
περι-θαρσής
περι-θαρσήςέςadjθάρσος of personsvaliant, boldAR.confidentw.dat.in one's strengthAR.

ShortDef

very confident

Debugging

Headword:
περιθαρσής
Headword (normalized):
περιθαρσής
Headword (normalized/stripped):
περιθαρσης
IDX:
32097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32098
Key:
περιθαρσής

Data

{'headword_display': '<b>περι-θαρσής</b>', 'content': "<AE><HG><HL>περι-θαρσής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θάρσος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of persons</Indic><Tr>valiant, bold</Tr><Au>AR.</Au><aS2><Tr>confident<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>in one's strength</Expl></Tr><Au>AR.</Au></aS2></aS1></AE>", 'key': 'περιθαρσής'}