Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιζαμενῶς
περίζυξ
περίζωμα
περιζώννυμαι
περιηγέομαι
περιηγής
περιήγησις
περιηγητής
περιῄδη
περιήκω
περιήλυσις
περιημεκτέω
περιηχέω
περιήχησις
περιθαμβής
περιθαρσής
περιθειόω
περιθείωσις
περίθετος
περιθέω
περιθρεκτέον
View word page
περι-ήλυσις
περι-ήλυσιςεωςf going aroundcycleof a soul transmigratingHdt.skirting rounda mountainPlu.

ShortDef

a coming round, encompassing

Debugging

Headword:
περιήλυσις
Headword (normalized):
περιήλυσις
Headword (normalized/stripped):
περιηλυσις
IDX:
32092
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32093
Key:
περιήλυσις

Data

{'headword_display': '<b>περι-ήλυσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>περι-ήλυσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>going around</Def><Tr>cycle<Expl>of a soul transmigrating</Expl></Tr><Au>Hdt.</Au></nS1><nS1><Tr>skirting round<Expl>a mountain</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'περιήλυσις'}