Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιέρρω
περιέρχομαι
περιέσπον
περίεσσι
περιέσχατα
περιέτραγον
περιέχω
περιεώρων
περιζαμενές
περιζαμενῶς
περίζυξ
περίζωμα
περιζώννυμαι
περιηγέομαι
περιηγής
περιήγησις
περιηγητής
περιῄδη
περιήκω
περιήλυσις
περιημεκτέω
View word page
περί-ζυξ
περί-ζυξζυγοςmasc.fem.adjζεύγνῡμι over and above a pairof straps for harness, packs, or sim.spare, extraX.

ShortDef

over and above a pair, spare

Debugging

Headword:
περίζυξ
Headword (normalized):
περίζυξ
Headword (normalized/stripped):
περιζυξ
IDX:
32083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32084
Key:
περίζυξ

Data

{'headword_display': '<b>περί-ζυξ</b>', 'content': '<AE><HG><HL>περί-ζυξ</HL><Infl>ζυγος</Infl><PS>masc.fem.adj</PS><Ety><Ref>ζεύγνῡμι</Ref></Ety></HG> <aS1><Def>over and above a pair</Def><aS2><Indic>of straps for harness, packs, or sim.</Indic><Tr>spare, extra</Tr><Au>X.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'περίζυξ'}