Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
περιδῑνέω
περιδῑ́νησις
περίδῑνοι
περιδραμεῖν
περιδράττομαι
περιδρομή
περίδρομος
περίδρομος
περιδρύπτομαι
περιδύω
περιεῖδον
περιειλέω
περιειλίσσω
περιεῖλον
περίειμι
περίειμι
περιείργω
περιείρω
περίεις
περιέλασις
περιελαύνω
View word page
περιεῖδον
περιεῖδον
aor.2
see
περιοράω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
περιεῖδον
Headword (normalized):
περιεῖδον
Headword (normalized/stripped):
περιειδον
IDX:
32053
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32054
Key:
περιεῖδον
Data
{'headword_display': '<b>περιεῖδον</b>', 'content': '<XE><RefFm>περιεῖδον<LblR>aor.2</LblR></RefFm><XR>see<Ref>περιοράω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'περιεῖδον'}