Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιγλαγής
περιγληνάομαι
περίγλωσσος
περιγνάμπτω
περιγραπτός
περιγραφή
περιγράφω
περιδαίω
περιδεδράμηκα
περιδεής
περιδείδω
περίδειπνον
περιδέξιος
περιδέραιος
περιδεύω
περιδέω
περιδίδομαι
περιδῑνεύω
περιδῑνέω
περιδῑ́νησις
περίδῑνοι
View word page
περι-δείδω
περι-δείδωvbonly aor. and pf.ep.aor.1
περίδδεισα
ep.3sg.aor.2tm.
περὶ ... δίε
pf.w.pres.sens.
περιδείδια
be very fearful, be terrifiedHom. AR.sts.tm.w.gen.dat.for someone or sthg.Il.w.inf.to do sthg.AR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περιδείδω
Headword (normalized):
περιδείδω
Headword (normalized/stripped):
περιδειδω
IDX:
32035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32036
Key:
περιδείδω

Data

{'headword_display': '<b>περι-δείδω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>περι-δείδω</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>only aor. and pf.</Lbl></Tns><Tns><Lbl>ep.aor.1</Lbl><Form>περίδδεισα</Form></Tns><Tns><Lbl>ep.3sg.aor.2<Expl>tm.</Expl></Lbl><Form>περὶ ... δίε</Form></Tns><Tns><Lbl>pf.<Expl>w.pres.sens.</Expl></Lbl><Form>περιδείδια</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>be very fearful, be terrified</Tr><Au>Hom. AR.<LblR>sts.tm.</LblR></Au><Cmpl><GLbl>w.gen.<or/>dat.</GLbl>for someone or sthg.<Au>Il.</Au></Cmpl><Cmpl><GLbl>w.inf.</GLbl>to do sthg.<Au>AR.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'περιδείδω'}