Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγληνάομαι
περίγλωσσος
περιγνάμπτω
περιγραπτός
περιγραφή
περιγράφω
περιδαίω
περιδεδράμηκα
περιδεής
περιδείδω
περίδειπνον
περιδέξιος
περιδέραιος
περιδεύω
περιδέω
περιδίδομαι
περιδῑνεύω
περιδῑνέω
περιδῑ́νησις
View word page
περι-δεής
περι-δεήςέςadjδέος very fearful, terrifiedHdt. Th. And. Isoc. Plb. Plu.neut.sb.terror, panicTh. Plu. περιδεῶςadvin great fearTh. Isoc. D. Plu.

ShortDef

very timid

Debugging

Headword:
περιδεής
Headword (normalized):
περιδεής
Headword (normalized/stripped):
περιδεης
IDX:
32034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32035
Key:
περιδεής

Data

{'headword_display': '<b>περι-δεής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>περι-δεής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>δέος</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>very fearful, terrified</Tr><Au>Hdt. Th. And. Isoc. Plb. Plu.</Au><SGrm><GLbl>neut.sb.</GLbl><Def>terror, panic</Def><Au>Th. Plu.</Au></SGrm></aS1> <Adv><vHG><HL>περιδεῶς</HL><PS>adv</PS></vHG><advS1><Tr>in great fear</Tr><Au>Th. Isoc. D. Plu.</Au></advS1> </Adv></AE>', 'key': 'περιδεής'}