Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιβραχῑόνιος
περιβρέμω
περιβρομέω
περιβρύχιος
περιγηθής
περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγληνάομαι
περίγλωσσος
περιγνάμπτω
περιγραπτός
περιγραφή
περιγράφω
περιδαίω
περιδεδράμηκα
περιδεής
περιδείδω
περίδειπνον
περιδέξιος
περιδέραιος
περιδεύω
View word page
περιγραπτός
περιγραπτόςόνadjπεριγράφω prep.phr.ἐκ περιγραπτοῦfrom a circumscribed positioni.e. w. limited room for manoeuvreTh.

ShortDef

marked round

Debugging

Headword:
περιγραπτός
Headword (normalized):
περιγραπτός
Headword (normalized/stripped):
περιγραπτος
IDX:
32029
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32030
Key:
περιγραπτός

Data

{'headword_display': '<b>περιγραπτός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>περιγραπτός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>περιγράφω</Ref></Ety></HG> <aS1><Phr><Indic>prep.phr.</Indic><Gr>ἐκ περιγραπτοῦ</Gr><TrPhr>from a circumscribed position<Expl>i.e. w. limited room for manoeuvre</Expl></TrPhr><Au>Th.</Au></Phr></aS1></AE>', 'key': 'περιγραπτός'}