Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περιβᾱρίδες
περίβαρυς
περιβιβάζω
περιβιόω
περίβλεπτος
περιβλέπω
περίβλεψις
περιβλήματα
περιβληχρόν
περιβλῡ́ω
περιβοάω
περιβόητος
περίβολα
περιβόλαιον
περιβολή
περίβολος
περιβόσκομαι
περίβουνος
περιβραχεῖν
περιβραχῑόνιος
περιβρέμω
View word page
περι-βοάω
περι-βοάωcontr.vb shout all aroundwidely proclaima person's fateAR.tm.

ShortDef

defame

Debugging

Headword:
περιβοάω
Headword (normalized):
περιβοάω
Headword (normalized/stripped):
περιβοαω
IDX:
32010
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32011
Key:
περιβοάω

Data

{'headword_display': '<b>περι-βοάω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>περι-βοάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Def>shout all around</Def><Tr>widely proclaim</Tr><Obj>a person's fate<Au>AR.<LblR>tm.</LblR></Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'περιβοάω'}