Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πεντηκοντούτης
πεντηκόσιοι
πεντηκοστεύομαι
πεντηκοστή
πεντηκοστήρ
πεντηκοστολόγος
πεντηκοστός
πεντηκοστύς
πεντήρης
πέντοζος
πεντώβολον
πεντώρυγος
πέος
πέπᾱγα
πεπαθυῖα
πεπαιδευμένως
πεπαίνω
πεπαίτερος
πεπάλαγμαι
πεπαλάχθαι
πεπαλέσθαι
View word page
πεντ-ώβολον
πεντ-ώβολονουnὀβολός sum of five obolsAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πεντώβολον
Headword (normalized):
πεντώβολον
Headword (normalized/stripped):
πεντωβολον
IDX:
31883
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31884
Key:
πεντώβολον

Data

{'headword_display': '<b>πεντ-ώβολον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πεντ-ώβολον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>ὀβολός</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>sum of five obols</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πεντώβολον'}