Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πεντηκοντακαιτριετής
πεντηκοντακέφᾱλος
πεντηκοντάπαις
πεντηκονταρχέω
πεντηκονταρχίᾱ
πεντηκόνταρχος
πεντηκόντερος
πεντηκοντήρ
πεντηκοντόγυος
πεντηκοντόργυιος
πεντηκόντορος
πεντηκοντούτης
πεντηκόσιοι
πεντηκοστεύομαι
πεντηκοστή
πεντηκοστήρ
πεντηκοστολόγος
πεντηκοστός
πεντηκοστύς
πεντήρης
πέντοζος
View word page
πεντηκόντορος
πεντηκόντοροςfseeπεντηκόντερος

ShortDef

a ship of burden with fifty oars

Debugging

Headword:
πεντηκόντορος
Headword (normalized):
πεντηκόντορος
Headword (normalized/stripped):
πεντηκοντορος
IDX:
31872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31873
Key:
πεντηκόντορος

Data

{'headword_display': '<b>πεντηκόντορος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>πεντηκόντορος</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>πεντηκόντερος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'πεντηκόντορος'}