Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πεντεκαιδεκατάλαντος
πεντεκαιδέκατος
πεντεκαιδεκήρης
πεντεκαιδεχήμερος
πεντεκαιεικοστός
πεντεκαιπεντηκοντούτης
πεντεκαιτριᾱκοντούτης
πεντεπάλαστος
πεντέπους
πεντεσπίθαμος
πεντεσῡ́ριγγος
πεντετάλαντος
πεντετηρίς
πεντέτης
πεντήκοντα
πεντηκοντάδραχμος
πεντηκονταετής
πεντηκοντακαιτριετής
πεντηκοντακέφᾱλος
πεντηκοντάπαις
πεντηκονταρχέω
View word page
πεντε-σῡ́ριγγος
πεντε-σῡ́ριγγοςονadjσῦριγξ of a pillorywith five holesfor hands, feet and headAr.fig., of a disease, ref. to paralysis, as restricting the sufferer's movementArist.quot.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πεντεσῡ́ριγγος
Headword (normalized):
πεντεσῡ́ριγγος
Headword (normalized/stripped):
πεντεσυριγγος
IDX:
31855
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31856
Key:
πεντεσῡ́ριγγος

Data

{'headword_display': '<b>πεντε-σῡ́ριγγος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>πεντε-σῡ́ριγγος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σῦριγξ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a pillory</Indic><Tr>with five holes<Expl>for hands, feet and head</Expl></Tr><Au>Ar.</Au><aS2><Indic>fig., of a disease, ref. to paralysis, as restricting the sufferer's movement</Indic><Au>Arist.<LblR>quot.</LblR></Au></aS2></aS1></AE>", 'key': 'πεντεσῡ́ριγγος'}