Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πεντάστομος
πένταχα
πεντάχους
πέντε
πεντεδραχμίᾱ
πεντείκοντα
πεντεκαίδεκα
πεντεκαιδεκανᾱίᾱ
πεντεκαιδεκατάλαντος
πεντεκαιδέκατος
πεντεκαιδεκήρης
πεντεκαιδεχήμερος
πεντεκαιεικοστός
πεντεκαιπεντηκοντούτης
πεντεκαιτριᾱκοντούτης
πεντεπάλαστος
πεντέπους
πεντεσπίθαμος
πεντεσῡ́ριγγος
πεντετάλαντος
πεντετηρίς
View word page
πεντεκαιδεκ-ήρης
πεντεκαιδεκ-ήρηςουfἐρέσσω sts. appos.w. ναῦςfifteen-rowed shipapp. w. three banks of oars, and rowers seated in groups of fifteen, so that every oar had five menPlb. Plu.

ShortDef

with fifteen banks of oars

Debugging

Headword:
πεντεκαιδεκήρης
Headword (normalized):
πεντεκαιδεκήρης
Headword (normalized/stripped):
πεντεκαιδεκηρης
IDX:
31847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31848
Key:
πεντεκαιδεκήρης

Data

{'headword_display': '<b>πεντεκαιδεκ-ήρης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πεντεκαιδεκ-ήρης</HL><Infl>ου</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἐρέσσω</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>sts. appos.w. <Ref>ναῦς</Ref></Indic><Tr>fifteen-rowed ship<Expl>app. w. three banks of oars, and rowers seated in groups of fifteen, so that every oar had five men</Expl></Tr><Au>Plb. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πεντεκαιδεκήρης'}