Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πεντακοσιοστός
πεντάμετρον
πεντάμηνος
πενταξός
πεντάπηχυς
πενταπλάσιος
πεντάπολις
πεντάρραβδος
πενταρχίᾱ
πεντάς
πεντάστομος
πένταχα
πεντάχους
πέντε
πεντεδραχμίᾱ
πεντείκοντα
πεντεκαίδεκα
πεντεκαιδεκανᾱίᾱ
πεντεκαιδεκατάλαντος
πεντεκαιδέκατος
πεντεκαιδεκήρης
View word page
πεντά-στομος
πεντά-στομοςονadjστόμα of the Nile, the Istroswith five mouthsHdt.

ShortDef

with five mouths

Debugging

Headword:
πεντάστομος
Headword (normalized):
πεντάστομος
Headword (normalized/stripped):
πενταστομος
IDX:
31837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31838
Key:
πεντάστομος

Data

{'headword_display': '<b>πεντά-στομος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πεντά-στομος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στόμα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the Nile, the Istros</Indic><Tr>with five mouths</Tr><Au>Hdt.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πεντάστομος'}