Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πελάω
πέλεθος
πέλεθρον
πέλεια
Πελειάδες
πελειάς
πελειοθρέμμων
πελεκᾶς
πελεκάω
πελεκίζω
πελεκῖνος
πέλεκκον
πέλεκυς
πελέμαιγις
πελεμίζω
Πεληάδες
Πελιᾱοφόνος
Πελίᾱς
πελιδνόομαι
πελιός
πελιτνός
View word page
πελεκῖνος
πελεκῖνοςουm pelicanAr.

ShortDef

pelican

Debugging

Headword:
πελεκῖνος
Headword (normalized):
πελεκῖνος
Headword (normalized/stripped):
πελεκινος
IDX:
31742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31743
Key:
πελεκῖνος

Data

{'headword_display': '<b>πελεκῖνος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πελεκῖνος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>pelican</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πελεκῖνος'}