Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρφαίνω
παρφάμεν
πάρφασις
παρφέρω
παρφεύγω
πάρφρων
παρφυκτός
παρῳδίᾱ
παρῳδός
παρωθέω
παρωκεάνιος
παρωνυμιάζομαι
παρωνύμιος
παρωνυχίᾱ
παρώρεια
παρωροφίς
πᾶς
πᾱσάμενος
πασάμην
πᾱσεῦμαι
πᾱσιμέλουσα
View word page
παρ-ωκεάνιος
παρ-ωκεάνιοςονadj Ὠκεανός of certain Gaulish tribesliving beside the oceani.e. the AtlanticPlu.

ShortDef

near

Debugging

Headword:
παρωκεάνιος
Headword (normalized):
παρωκεάνιος
Headword (normalized/stripped):
παρωκεανιος
IDX:
31526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31527
Key:
παρωκεάνιος

Data

{'headword_display': '<b>παρ-ωκεάνιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>παρ-ωκεάνιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref> Ὠκεανός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of certain Gaulish tribes</Indic><Tr>living beside the ocean<Expl>i.e. the Atlantic</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'παρωκεάνιος'}