Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παριτός
παρκατέλεκτο
πάρκειμαι
παρκύπτω
παρμέμβλωκα
Παρμενίδης
παρμένω
παρμόνιμος
πάρμονος
Παρνᾱσσός
πάρνοψ
παροδεύω
πάροδος
παροίγνῡμι
πάροιθε(ν)
παροικέω
παροίκησις
παροικίᾱ
παροικίζω
παροικοδομέω
πάροικος
View word page
πάρνοψ
πάρνοψοποςm locustAr.

ShortDef

a locust

Debugging

Headword:
πάρνοψ
Headword (normalized):
πάρνοψ
Headword (normalized/stripped):
παρνοψ
IDX:
31443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31444
Key:
πάρνοψ

Data

{'headword_display': '<b>πάρνοψ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πάρνοψ</HL><Infl>οπος</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>locust</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πάρνοψ'}