Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
πάριππος
Πάρις
παρίσδω
πάρισος
παρισόω
παρίστημι
παρίσχω
παρίσωσις
παριτητέα
παριτός
παρκατέλεκτο
πάρκειμαι
παρκύπτω
παρμέμβλωκα
Παρμενίδης
παρμένω
παρμόνιμος
πάρμονος
Παρνᾱσσός
πάρνοψ
παροδεύω
View word page
παρκατέλεκτο
παρκατέλεκτο
ep.3sg.athem.aor.mid.
see
παρακαταλέχομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρκατέλεκτο
Headword (normalized):
παρκατέλεκτο
Headword (normalized/stripped):
παρκατελεκτο
IDX:
31434
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31435
Key:
παρκατέλεκτο
Data
{'headword_display': '<b>παρκατέλεκτο</b>', 'content': '<XE><RefFm>παρκατέλεκτο<LblR>ep.3sg.athem.aor.mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>παρακαταλέχομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παρκατέλεκτο'}