Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρθένειος
παρθένευμα
παρθενεύω
παρθενίᾱ
παρθενική
παρθενικός
παρθένιον
παρθένιος
παρθενοπῑ́πης
παρθένος
παρθενόσφαγος
Παρθενών
παρθενῶνες
παρθενωπός
Πάρθοι
παριαύω
παρίζω
παρίημι
παρῑ́κω
Πάριος
παριππεύω
View word page
παρθενό-σφαγος
παρθενό-σφαγοςονadjσφαγή of streams of bloodfrom the slaughter of a maidenA.

ShortDef

of a slaughtered maiden's blood

Debugging

Headword:
παρθενόσφαγος
Headword (normalized):
παρθενόσφαγος
Headword (normalized/stripped):
παρθενοσφαγος
IDX:
31413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31414
Key:
παρθενόσφαγος

Data

{'headword_display': '<b>παρθενό-σφαγος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>παρθενό-σφαγος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σφαγή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of streams of blood</Indic><Tr>from the slaughter of a maiden</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'παρθενόσφαγος'}