Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
παρηβάω
παρηγορέω
παρηγορίᾱ
παρήγορος
παρήειν
παρῆεν
παρήια
παρήιξα
παρήιον
παρηίς
παρήισαν
παρῆκα
παρήκμακα
παρήκω
παρῆλιξ
παρήλιτον
παρηλλαγμένως
πάρημαι
πάρηξις
παρηορίαι
παρήπαφον
View word page
παρήισαν
παρήισαν
Ion.3pl.impf.
see
πάρειμι
2
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρήισαν
Headword (normalized):
παρήισαν
Headword (normalized/stripped):
παρηισαν
IDX:
31389
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31390
Key:
παρήισαν
Data
{'headword_display': '<b>παρήισαν</b>', 'content': '<XE><RefFm>παρήισαν<LblR>Ion.3pl.impf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>πάρειμι<Hm>2</Hm></Ref></XR> </XE>', 'key': 'παρήισαν'}