Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρέσσομαι
παρέστιος
παρέστιχον
παρέσχεθον
παρετέον
παρέτραγον
παρευδιάζομαι
παρευδοκιμέω
παρευθῡ́νω
παρευκηλέω
παρευνάζομαι
πάρευνος
παρευρίσκω
παρευτακτέω
παρευτρεπίζω
παρεφεδρεύω
παρέχω
παρέω
παρηβάω
παρηγορέω
παρηγορίᾱ
View word page
παρ-ευνάζομαι
παρ-ευνάζομαιmid.vb of a mango to bedw.dat.w. a womanOd.

ShortDef

to lie beside

Debugging

Headword:
παρευνάζομαι
Headword (normalized):
παρευνάζομαι
Headword (normalized/stripped):
παρευναζομαι
IDX:
31371
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31372
Key:
παρευνάζομαι

Data

{'headword_display': '<b>παρ-ευνάζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρ-ευνάζομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a man</Indic><Tr>go to bed</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. a woman<Au>Od.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'παρευνάζομαι'}