Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρέξειμι
παρεξειρεσίᾱ
παρεξελαύνω
παρεξερέομαι
παρεξέρχομαι
παρεξετάζω
παρεξευρίσκω
παρεξίστημι
παρέπαινοι
παρεπιδημέω
παρεπιδημίᾱ
παρεπίδημος
παρεπισκοπέω
παρεπιστροφή
παρέπομαι
παρεπτάμην
παρεργάτης
πάρεργον
πάρεργος
παρέρπω
παρέρχομαι
View word page
παρεπιδημίᾱ
παρεπιδημίᾱᾱςf residencevisitby a foreignerPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρεπιδημίᾱ
Headword (normalized):
παρεπιδημίᾱ
Headword (normalized/stripped):
παρεπιδημια
IDX:
31346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31347
Key:
παρεπιδημίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>παρεπιδημίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παρεπιδημίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>residence<or/>visit<Expl>by a foreigner</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παρεπιδημίᾱ'}