Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρέγκλισις
παρεγχειρέω
παρεγχέω
παρέδραθον
παρέδραμον
παρεδρεύω
παρεδριάω
πάρεδρος
παρέζομαι
παρεθῆναι
παρέθρεξα
παρέθρισα
παρειᾱ́
παρείᾱς
παρείατο
παρεῖδον
παρείθην
παρεικάζω
παρείκω
παρεῖμαι
πάρειμι
View word page
παρέθρεξα
παρέθρεξαaor.seeπαρατρέχω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρέθρεξα
Headword (normalized):
παρέθρεξα
Headword (normalized/stripped):
παρεθρεξα
IDX:
31270
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31271
Key:
παρέθρεξα

Data

{'headword_display': '<b>παρέθρεξα</b>', 'content': '<XE><RefFm>παρέθρεξα<LblR>aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>παρατρέχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παρέθρεξα'}