Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραφροσύνη
παραφρυκτωρεύομαι
παράφρων
παραφυάς
παραφυής
παραφυλακή
παραφυλάσσω
παραφύομαι
παραχαλάω
παραχειμάζω
παραχειμασίᾱ
παραχέω
παραχορδίζω
παραχόω
παραχράομαι
παραχρῆμα
παραχρῴζομαι
παραχωρέω
παραχώρησις
παραψάλλω
παραψαύω
View word page
παραχειμασίᾱ
παραχειμασίᾱᾱςf wintering, winter stayin a placePlb. NT.concr.winter quartersPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραχειμασίᾱ
Headword (normalized):
παραχειμασίᾱ
Headword (normalized/stripped):
παραχειμασια
IDX:
31226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31227
Key:
παραχειμασίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>παραχειμασίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παραχειμασίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>wintering, winter stay<Expl>in a place</Expl></Tr><Au>Plb. NT.</Au><nS2><Indic>concr.</Indic><Tr>winter quarters</Tr><Au>Plb.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'παραχειμασίᾱ'}