Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραφρονέω
παραφρόνιμος
παραφροσύνη
παραφρυκτωρεύομαι
παράφρων
παραφυάς
παραφυής
παραφυλακή
παραφυλάσσω
παραφύομαι
παραχαλάω
παραχειμάζω
παραχειμασίᾱ
παραχέω
παραχορδίζω
παραχόω
παραχράομαι
παραχρῆμα
παραχρῴζομαι
παραχωρέω
παραχώρησις
View word page
παρα-χαλάω
παρα-χαλάωcontr.vb of a part of a boatbecome slackspring a leakAr.

ShortDef

to slacken at the side

Debugging

Headword:
παραχαλάω
Headword (normalized):
παραχαλάω
Headword (normalized/stripped):
παραχαλαω
IDX:
31224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31225
Key:
παραχαλάω

Data

{'headword_display': '<b>παρα-χαλάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρα-χαλάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a part of a boat</Indic><Def>become slack</Def><Tr>spring a leak</Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'παραχαλάω'}