Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πάραυλος
πάραυτα
παραυτίκα
παραφαίνω
παραφέρω
παραφεύγω
παράφημι
παραφθάνω
παραφθέγγομαι
παράφθεγμα
παραφορᾱ́
παραφορέω
παράφορος
παραφορότης
παραφράγματα
παραφράσσομαι
παραφρονέω
παραφρόνιμος
παραφροσύνη
παραφρυκτωρεύομαι
παράφρων
View word page
παρα-φορᾱ́
παρα-φορᾱ́ᾶςfdistraction, derangementof the mindA. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραφορᾱ́
Headword (normalized):
παραφορᾱ́
Headword (normalized/stripped):
παραφορα
IDX:
31208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31209
Key:
παραφορᾱ́

Data

{'headword_display': '<b>παρα-φορᾱ́</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παρα-φορᾱ́</HL><Infl>ᾶς</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Tr>distraction, derangement<Expl>of the mind</Expl></Tr><Au>A. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παραφορᾱ́'}