Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραυλίζω
πάραυλος
πάραυτα
παραυτίκα
παραφαίνω
παραφέρω
παραφεύγω
παράφημι
παραφθάνω
παραφθέγγομαι
παράφθεγμα
παραφορᾱ́
παραφορέω
παράφορος
παραφορότης
παραφράγματα
παραφράσσομαι
παραφρονέω
παραφρόνιμος
παραφροσύνη
παραφρυκτωρεύομαι
View word page
παρά-φθεγμα
παρά-φθεγμαατοςn superfluous remarkas an answer to a q.Pl.

ShortDef

qualification added

Debugging

Headword:
παράφθεγμα
Headword (normalized):
παράφθεγμα
Headword (normalized/stripped):
παραφθεγμα
IDX:
31207
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31208
Key:
παράφθεγμα

Data

{'headword_display': '<b>παρά-φθεγμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παρά-φθεγμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Tr>superfluous remark<Expl>as an answer to a q.</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παράφθεγμα'}