Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποσκευή
ἀπόσκηνος
ἀποσκηνόω
ἀποσκήπτω
ἀποσκιάζομαι
ἀποσκιασμός
ἀποσκίδναμαι
ἀποσκίμπτομαι
ἀποσκλῆναι
ἀποσκοπέω
ἀπόσκοπος
ἀποσκοτόομαι
ἀποσκυδμαίνω
ἀποσκυθίζομαι
ἀποσκῡλεύω
ἀποσκώπτω
ἀποσοβέω
ἀποσπαράσσω
ἀπόσπασμα
ἀποσπάω
ἀποσπένδω
View word page
ἀπό-σκοπος
ἀπόσκοποςονadjσκοπός of a storywide of the markEmp.

ShortDef

erring from the mark

Debugging

Headword:
ἀπόσκοπος
Headword (normalized):
ἀπόσκοπος
Headword (normalized/stripped):
αποσκοπος
IDX:
311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-312
Key:
ἀπόσκοπος

Data

{'headword_display': '<b>ἀπό-σκοπος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀπό<hyph/>σκοπος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σκοπός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a story</Indic><Tr>wide of the mark</Tr><Au>Emp.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπόσκοπος'}