Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρατρέω
παρατριβή
παρατρῑ́βω
παρατροπᾱ́
παρατροπέω
παράτροπος
παράτροφοι
παρατρώγω
παρατρωπάω
παρατυγχάνω
παραύᾱ
παραυδάω
παραυιδών
παραυλίζω
πάραυλος
πάραυτα
παραυτίκα
παραφαίνω
παραφέρω
παραφεύγω
παράφημι
View word page
παραύᾱ
παραύᾱAeol.fseeπαρειᾱ́

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραύᾱ
Headword (normalized):
παραύᾱ
Headword (normalized/stripped):
παραυα
IDX:
31194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31195
Key:
παραύᾱ

Data

{'headword_display': '<b>παραύᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>παραύᾱ</HL><PS>Aeol.f</PS></HG><XR>see<Ref>παρειᾱ́</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παραύᾱ'}