Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρατεταγμένως
παρατηρέω
παρατήρησις
παρατίθημι
παρατίλλω
παράτολμος
παράτονος
παρατρέπω
παρατρέφω
παρατρέχω
παρατρέω
παρατριβή
παρατρῑ́βω
παρατροπᾱ́
παρατροπέω
παράτροπος
παράτροφοι
παρατρώγω
παρατρωπάω
παρατυγχάνω
παραύᾱ
View word page
παρα-τρέω
παρα-τρέωcontr.vbep.3pl.aor.
παρέτρεσσαν
of horses rush aside in fearswerveIl.

ShortDef

to start aside from fear

Debugging

Headword:
παρατρέω
Headword (normalized):
παρατρέω
Headword (normalized/stripped):
παρατρεω
IDX:
31184
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31185
Key:
παρατρέω

Data

{'headword_display': '<b>παρα-τρέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρα-τρέω</HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>ep.3pl.aor.</Lbl><Form>παρέτρεσσαν</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Indic>of horses</Indic> <Def>rush aside in fear</Def><Tr>swerve</Tr><Au>Il.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'παρατρέω'}